29/12/2010

pacte, le

Κάθεσαι απέναντι μου δίχως να μιλάς ενώ μια κίτρινη λάμπα φωτίζει ελλιπώς τα χαρακτηριστικά σου. Ο καπνός από το τσιγάρο που ξεκουράζεται στο τασάκι, συνοδεύει τον ατμό από το ποτήρι του καφέ λίγο πιο δίπλα και όλα αυτά μπερδεύονται με τα χνώτα που ξεφεύγουν άρρυθμα από το στόμα σου καθώς  αναπνέεις στην άλλη άκρη του τραπεζιού. Μου φαίνεται πως είσαι τόσο περισσότερο όμορφος από όσο μπορεί να συλλάβει ο οποιοσδήποτε, έτσι όπως ορθώνεσαι εμπρός μου με τον καπνό και τους ατμούς που έχουν καθίσει γύρω σου και ανάμεσα μας, λες και ήταν πάντα εκεί, όπου και αν βρισκόσουν, τι πέπλο θεέ μου.

Το χαρτί έγραφε:   

‘… Αντικατοπτρίσου κάπου δίπλα μου, διαφορετικά δεν θα γνωρίζω και αν γνωρίζω δεν θα μπορώ και ακόμη και αν μπορώ δεν προτίθεμαι να πλησιάσω οτιδήποτε θυμητικό της ανθρώπινης μου φύσης.
 Θα πρέπει να παραπέμπεις σε κάτι, οτιδήποτε, απόκοσμο αλλιώς δεν δύναμαι να σε επιθυμήσω, οπότε σε παρακαλώ, πρόσεξε πώς και πόσο θα παρουσιάσεις τον εαυτό σου σε ‘μένα, κάντο μέσα από καθρέπτες ώστε να μπορώ να ερωτευτώ το είδωλο που θα αντιστρέφεται τόσες φορές μέσα από τόσους καθρέπτες, χάνοντας και ανακτώντας πολυάριθμα και ακατάσχετα αυτό που ξεκίνησε να αποδώσει.’

Φεύγοντας, τα φώτα συμφώνησαν να σβήσουν. 

07/12/2010

et le gin

Παλαιότεροι και παλαιότεροι
όπως ανάσες που χρονοθετούν
ζωές ταινιών και τα
επικείμενα σε χώρους
σελίδων,
Σε παλαιότερα κτήρια
με το όνομα μου γραμμένο
σε χαρτί
ξένο, να δανείζεται
τη λίγη απ'τη λιγοστή
ευγένεια ο
ανεμοθώρακας,
που ύψωσα
αντίπερα απο κάθε κενό,
ανήκει στο γούστο,
Παλαιότερων ημερών
που παρέρχονται
σε εκτενή ακινησία
arabesque!
arabesque!
μέλη, μέλη, μέλη,
μέλη, μέλη, μέλη.
μέλη, μέλη, μέλη,
μέλη, μέλη, μέλη.

30/11/2010

promesse, la ii

Εκτίθεμαι με σκιές που είναι καταδικασμένες να παραμείνουν δευτερεύουσες,
εκτός απο κάποιες μικρές διάρκειες φωτός που αποφασίζω να ακολουθώ,
απλά γιατί έτσι πρέπει και γιατί οι σκιές δεν είναι παρά μικρές
ασυνέχειες σιωπής μιας συμπαντικής συμφωνίας με νεκρούς ακροατές.
Είναι απλούστερο απ' όσο μπορεί να καταλάβει ο καθένας,
κοίταξε με, στο ασφαλές της σκιάς,

υψομετρώ ρέοντα δάκρυα
πλησιάζω το τότε νεαρό της ηλικίας σου
με εμένα μοναδικό αντίβαρο
στη λευκή ισσοροπία του λειψού μας χρόνου
με εμένα, στη σκιά της λάμψης εκατομμυρίων τσιγάρων.

Δεν είμαι ήλιος. Αν είσαι εσύ, σε ευχαριστώ.
Αλλά εγώ δεν είμαι ήλιος, εκτίθεμαι με σκιές που είναι καταδικασμένες να παραμείνουν σκιές μέχρι να σταματήσουν να υπάρχουν.

31/10/2010

séquence X


  Πίνεις από πλαστικά ποτήρια νοσοκομείου και φοράς ρούχα που δεν θα ήθελες ποτέ να βάλεις και όταν δύσκολα θα συνέρχεσαι από την σκοτοδίνη που είναι ο ύπνος σου θα θέλεις να φύγεις ακόμη και λιγότερο, ενώ ακόμη περισσότερο θα εύχεσαι να μην μπορέσεις ποτέ να βρεθείς ξανά σε θέση προνομίων γιατί τα προνόμια είναι καλά και καλύτερα όσο κάποιος είναι στην θέαση τους αλλά γιατί να έχεις χρόνο για κάτι τέτοιο, γιατί να έχεις χρόνο και γιατί να στάζεις τα λεπτά σου γύρω από ένα κρεβάτι που εδώ και χρόνια δεν γνώρισε άλλον παρά έμενα, σκληρός πανόπτης που φροντίζει να σου το υπενθυμίζει, αυτό και οτιδήποτε έχεις κρύψει-γιατί ξέρει, ξέρει καλά, ανάμεσα στα άσπρα σεντόνια και τα σκεπάσματα και κάτω του, μέσα απτά δοκάρια και πάνω από τη σκόνη.

  Οτιδήποτε έχω σκεφτεί εκεί πάνω τα βράδια ζέχνει και αυξάνεται και ορθώνεται εμπρός σου με βλέμμα ευθύ, με το δικό σου βλέμμα αποφευκτικό να κοιτάζει εκεί που θα έπρεπε να είναι ο δεύτερος κριτής της καθημερινότητας σου εκεί που θα ήμουν εγώ και θα μιλούσα σε σένα αλλά θα ήταν σαν να μιλώ στον εαυτό μου, και οι κριτές ορθώνονται, εκδηλώνονται εμπρός σου, συντίθενται με γράμματα και πλήκτρα, πλήκτρα πιάνου, πλήκτρα υπολογιστή, πλήκτρα κινητών και συσκευών και όλα εκδηλώνονται, υπερβαίνουν της ύλης τους, το πλήκτρο μετουσιώνεται σε πράξη και η μετάσταση της πράξης είναι αποτέλεσμα οπότε δεν μας ενδιαφέρει, όχι, όχι, είναι δύσκολα τα πρωινά χωρίς ρεύμα, ο βόμβος του ψυγείου-βέβαιη ενόχληση εκλείπει και απόλυτη σιωπή ορθώνεται μαζί με τα πλήκτρα, μαζί με τα γράμματα και μαζί με την άλλη σιωπή που απλώνει ο θόρυβος που κάποτε το σπίτι είχε, ο θόρυβος της βρύσης, του βραστήρα, του κλιματισμού, αχρείαστοι, το σπίτι κλείνει γύρω σου και κλείνει μέσα του, κλείνει στα μάτια των περαστικών και στα μάτια των περιεχόμενων.

   Σαν το κρύο που υπάρχει εκεί μέσα να είναι φορές περισσότερο από το κρύο του δρόμου, γιατί ο καπνός από τα δεύτερα τσιγάρα παγώνει και κρυσταλλώνεται στον αέρα, υγροποιείται στα χείλη και μαύρος κυλά γρήγορα κάτω απ’ το σαγόνι σου και χάνεται, κρύο σπίτι, εδώ ούτε τα κεριά δεν ανάβουν πια, κανένα σήμα για τα κινητά, κανένα σημάδι στο δέρμα σου-είναι χλωμό και ελάχιστα πιο ζεστό από τη θερμοκρασία δωματίου, εκτός από τα μάτια και τα δόντια και τα λευκά, γιατί το λευκό έλκει το κρύο και γίνεται το κρύο και είναι πια αδιάκριτο το τι είναι κρύο και τί λευκό, τι εσύ και τι όχι, και να, ακόμη ένα επιτελές δίπολο με εγκάρδιες αφιερώσεις και δωρεάν μηνύματα για τις ώρες του καφέ που μια Δευτέρα πρωί, πολύ πρωί-ξημέρωμα, θα θελήσεις.

25/10/2010

Λιγοστεύω

15/10/2010

automat



Έγραψα το όνομά σας κάτω από το στρώμα μου, 
αναμόρφωση, θέση μου ανάπαυσης να είναι,
θυμίζει εσάς, σιγά-σιγά να αυξηθεί σε σχήμα σας.

Κουλουριασμένα φύλλα ποτέ δεν ένιωσε περισσότερο 
σαν ένα ανθρώπινο σώμα, κατά τις ώρες μου κοιμάται,
όταν είμαι εγώ δικαιολογία για την εκδήλωση των ιχνών.

Είμαι διάθεση γύρω στο δωμάτιό μου ανέκφραστος.

Θεωρώ ότι είναι δύσκολο να φέρει την σκέψη σας στον 
ύπνο και μόνο. Αισθανόμουν τον εαυτό μου για πρώτη φορά,
ανάγκη να ξυπνήσει δίπλα σε ένα θερμό σώμα κανενός.
Ιδανικά δικό σας.
Ποτέ δεν θα είναι δικοί σας,
ποτέ κατά τη διάρκεια του χειμώνα.
Τώρα, αναρωτιέμαι αν ξυπνάτε το κρύο, κατά τις ώρες
ψύξης μου το πρωί. Πέντε το πρωί,
κλείνοντας τα μάτια σας με την απουσία του φωτός.

Είμαστε τόσο μόνοι κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή,
περισσότερο από κάθε άλλη στιγμή της ημέρας.
Ανένδυτοι φορείς, για τη θέσπιση εν αγνοία τους,
για έναν άλλο, με το κρύο άκρον αναπνέει τα χείλη
ενός δεύτερου, άνοιξε,
κινούνται προς-μεταξύ των φύλλων.
Στην αμείλικτη κίνηση, αδύναμα, 
και ακόμη και τα μαλλιά μας, εμπίπτουν σε μαξιλάρια, 
αφήνοντας ρίζες, αφήνοντας γήρας σε παραλογίες μας, 
γιατί έτσι, μόνο κατά τη διάρκεια χλωμών στιγμών,
η γήρανση καθώς φτάνουμε για το εν λόγω άλλο,
πάντα φθάνοντας.

24/09/2010

11/09/2010

séquence secondaire



Χαμογελώ στην σκέψη ότι βρίσκεσαι κάπου κοντά και πόση σημασία έχει, αλήθεια, αυτό για όλους τους άλλους γύρω μου που επιχειρούν να κλέψουν λίγες ώρες ύπνου. Το τρένο ξεκινά και συνεχίζει στην ευθεία διαδρομή του ενώ ο θόρυβος δυναμώνει και με κουράζει τόσο περισσότερο. Καθώς η μεταξύ μας απόσταση μεγαλώνει για ακόμη μια φορά, ακούγονται αναγγελίες επόμενων σταθμών που σκέφτομαι ότι κάποτε είχες διασχίσει.


(...)

Επιμένω σε ένα μέρος από το οποίο έχω ήδη φύγει και γνωρίζω γιατί, για την ακρίβεια έχω μελετήσει τους επακριβής λόγους ξανά και ξανά. Τώρα απλά μένει το πέρασμα ενός μήνα, σε μια πόλη-σταθμό ανάμεσα στο δυνητικό και το βέβαιο.

(...)

Οι ίδιες αμήχανες μικρές σιωπές και περιφερικά βλέμματα και μετά, με την ίδια ερασιτεχνική χορογραφία αναζήτησης κατευθύνσεων στα σταυροδρόμια, ήθελα να σε είχα ακολουθήσει. Γεμίζω το κεφάλι μου με περισσότερα άχρηστα ίσως και ανησυχώ ότι πλέον βρίσκω τις σκέψεις μου για σένα, τόσο συνεχείς όσο αρκούντως υπερβολικές, ενώ παρατηρώ πως σταδιακά βρίσκουν λιγότερη ανταπόκριση σε μένα τον ίδιο. 

(...)

Διαβάζω παλιά μου γραπτά και εκπλήσσομαι από την απουσία κάποιου υπαρκτού ποιητικού αντικειμένου, πλέον ό,τι γράφω αντικατοπτρίζεται και διαθλάται κάπου κοντά σου. Γειώνεται κάθε υψηλή μου απόπειρα σκέψης και η έλξη που δεν θα μπορούσα ποτέ να νιώσω βρίσκει υπαρκτό, θολό αντίκρισμα για πρώτη φορά.

(...)

Τόσο δύσκολο να διακρίνει ο ένας τον άλλο, μπορώ μόνο να εύχομαι ότι υπάρχει κάτι παραπάνω από τα προκείμενα αισθήματα έλλειψης, ειλικρινή γιατί ατομικά-δέν πάσχουν από την αβεβαιότητα που ρισκάρουν δύο άτομα. Ήδη, έγραψα πολλά. Ελεγείες για το άτομο που δεν ήσουν και δεν θα γίνεις ποτέ.

(...)

Οι εξωτερικεύσεις μου στερεύουν. Το πρόσωπο μου έχει παγώσει σε μια κενή έκφραση, ψυχρή σχεδόν άδεια και φοβάμαι για τον εαυτό μου. Φοβάμαι για το όταν φύγω και για το πώς, πιστά, θα συνεχίσω να σε σκέπτομαι παραπάνω από συχνά και αυτή η παράλογη υπερβολή-για όλους εκτός από μένα-θα θρέψει εκ νέου τη δική μου εγκράτεια σε τέτοιο βαθμό που με θρησκευτική προσήλωση θα κλείνομαι για να γυρίσω μόνο για λίγο σε κείνο τον Ιούνη, που άπλωσε μέχρι τις 39 του μήνα. Πίνω τον αέρα μπροστά μου.



Αποσπάσματα, 1.8.10 - 11.9.10

22/08/2010




Είμαστε τόσοι, μόνοι.

09/08/2010

séquence IX



πιάτα που πρέπει να πλύνω
οι συγγνώμες που πρέπει να πω
η σκόνη κουβαριάζει στις γωνίες
ανείπωτες λέξεις που έχω ξεχάσει
σβησμένα ρεσό και αφόρτιστα κινητά
ο λίγος ύπνος που κατορθώνω
νερό που στεγνώνει στο πάτωμα
νερό που στεγνώνει στο πρόσωπο μου
το φώς που έμεινε αναμμένο
καταναλώνομαι ατυχώς
τσαλακωμένα ρούχα όπου φαίνονται
απρόσεκτες σκέψεις δικές μου
το κρεβάτι που δεν γεμίζει ποτέ
ανάσα καπνού σε άδειο τασάκι
τα πρόσωπα που δεν μπορεί να είναι
μισόκλειστα παντζούρια πίσω από κουρτίνες
και το γυαλί και το γυαλί
ακουστικά που μου ψιθυρίζουν
το πιάνο απέναντι που δεν ακούγεται πια
σπίρτα που δεν αφήνω να σβήσουν
φαγητό που λήγει στο ψυγείο
η μέρα που φοβάμαι να έρθει

07/05/2010

séquence VIII



Χάνω χρόνο, και κάθε ξοδεμένο λεπτό, κάθε τετράωρο παρατημένο στα κοινόχρηστα τραπέζια, του όποιου καφε, στοιβάζεται στα τελευταία και ορθώνεται κάθε φορά μπροστά απ' τα μάτια μου, πρίν το διώξω άτονα απο τις σκέψεις μου.
Ένα τσιγάρο. Ένα τσιγάρο για να επισπεύσω τη βραδύτητα και να νιώσω λίγο λιγότερο, το πέρασμα της αργής καύσεως μέρας μου. Η συνειδητοποίηση του χρόνου γίνεται ενοχλητική αισθηση τσίχλας κολλημένης σε παπούτσι και για δες, να ένα ακόμη ξημέρωμα, δές, χαράζει. Θυμάμαι παλιότερα έβλεπα τον ήλιο να δύει, μάλιστα, παλιότερα έβλεπα τον ήλιο.
Θές ένα τσιγάρο; Ευχαριστώ. Σταμάτα. Φτάνει. Δέν φτάνει; Φτάνει ποτέ; Μήπως φτάνει κάπου; Σιχάθηκα τη ζωή μου-και τη δική σου τη ζωή. Ζήσαμε για να καταλάβουμε πως μπορούμε μόνο να διακρίνουμε γνώριμα πρόσωπα σε πλήθη αγνώστων. Μόνο αυτό.
Ένα πρωί, κοιμόμουν και έψαχνα κάτι να βρώ. Ξύπνησα και δέν το βρήκα ποτέ-έχω βαρεθέι τα μικροαστικά όνειρα, γεμάτα κλισέ. Εξάλλου τη νύχτα, άγρυπνος, μπορώ και παίζω με τις σκιές.
Τα θερμά πρόσωπα το βράδυ, τα άτυχα αγγίγματα και τα μάτια που κλείνουν.
Που πρέπει να κλείνουν.

21/04/2010

séquence VII

Συζητούσαν έντονως.
Ανάμεσα στα μεταξύ τους λόγια, νομίζω, διέκρινα προσμονή.
Από τις μικρές ανάσες που έπαιρναν καθώς μιλούσαν,
κατάλαβα πολλά περισσότερα.

12/04/2010

séquence VI



Σε πολυσύχναστο δρόμο απο αυτούς που περνούν συνεχώς λεωφορεία, σκεπτόμενος παράμερα, φανταζόμαι να ορθώνεται εμπρός μου
μια νοερή ευθέια γραμμή.
Και τα λεωφορεία, φορείς ανθρώπων, τη διασχίζουν.
Μετρώ ζωές ανθρώπων που διασταυρώνονται, τέμνονται μπροστά στα μάτια μου. Καθημερινά, παρατηρώ τόσες άγνωστες ζωές που μένουν για λίγο κοντά μου πριν χαθούν, που γίνονται μικροί, κρυφοί θάνατοι. Τι έχεις να πείς γι' αυτό; Τελικά έχω δεί τόσους θανάτους ενώ νόμιζα πως ζούσα ζωή προνομιούχα. Χιλιάδες αφανείς και αναίμακτοι θανάτοι ατόμων που ανέπνευσαν κοντά μου. Θάνατοι που δεν έχω κάν αισθανθεί
και θάνατοι που έχω εδω και καιρό ξεχάσει.
Έτσι, έχεις πεθάνει και εσύ και έχω ήδη ζήσει το θάνατο σου.
Οι δικές σου φωτογραφίες που έβγαζα τις φορές που σε παρατηρούσα
να χάνεσαι στο πλήθος της πόλης, είναι ο επικήδειος
που ακόμη γράφω για 'σένα.
Δεν είναι αστείο;
Έχω πεθάνει και εγώ στα μάτια άλλων-θα το καταλάβαινες αν έβλεπες το είδωλο μου στα δικά σου μάτια.
Συνομιλείς με ένα νεκρό, τα δάκτυλα σου άγγιξαν δέρμα σάπιο, ακόμη και την πρώτη φορά που με αγκάλιασες. Φίλησες χείλη χλωμά και κρύα.
Η καρδιά μου δεν χτύπησε ποτέ πλάι σου.
Η καρδιά μου δεν χτύπησε ποτέ.

05/04/2010

séquence V

Από απόσταση, κοιτάζουμε τα φώτα του δρόμου να ανάβουν


και περιμένουμε μέχρι να φωτίσουν τα σύννεφα.

18/03/2010

séquence IV

Κοιτάζοντας tο παράθυρο
βλέπω μία αντανάκλαση ενός σώματος.
Δεν μπορω να ξεχωρίσω αν είναι εσύ
η εγώ.
Από μακριά, χάνεται η λεπτομέρεια και ‘μείς
εστιάζουμε ελλιπώς, διακρίνοντας
φιγούρες και περιγράμματα
μα ποτέ ο ένας τον άλλο.

03/02/2010

promesse, la i

Kάποιος να φωτίσει τις δευτερεύουσες σκιές πάνω μου.