31/12/2009

séquence III

Είναι νύχτα και περπατάμε μαζί στην πόλη. Νιώθω την άκρη του παλτού σου να με αγγίζει, καθώς βαδίζουμε μηχανικά σε δρόμους που έχουμε περπατήσει για πολλοστή φορά. Νομίζω έχω μάθει πλέον κάθε συνήθεια σου, περπατώντας ελαφρώς πιο πίσω σου όλες αυτές τις ώρες, ώστε να γνωρίζω πότε θα ανεβείς στο πεζοδρόμιο ή πώς μηχανικά θα αποφύγεις τον αρμό ανάμεσα στα πλακάκια του. Το βρίσκω χαριτωμένο ακόμη και αν παραμένεις παγερά ανέκφραστος, αυτές τις νύχτες του Χειμώνα. Έτσι, στους δρόμους που μας έχουν μάθει πια, μ΄αρέσει να προσέχω το τεχνητό φώς των παράδρομων λυχνίων πάνω σου. Παρατηρώ πώς ανοίγεις το βήμα σου, κάτω απο το απατηλά θερμό φως και πώς βραδαίνεις στην ασφάλεια του προσωρινού μαύρου. Μέσα μου, εύχομαι να σβήσει όλο αυτο το κίτρινο φως-νομίζω θα σε διακρίνω καλύτερα τότε. Και δέν χρειάζεται να ξημερώσει. Όχι σήμερα. Τι λές;